Κανένα έργο τέχνης δεν αποτελεί προϊόν παρθενογένεσης. Κάθε καλλιτέχνης ζει σε αυτόν τον κόσμο και με βάση τις προσλαμβάνουσες του, την παιδεία του, τα αισθητικά του κριτήρια, δημιουργεί τα δικά του έργα έχοντας προηγουμένως «διδαχθεί» από παλαιότερα. Ιδιαίτερα τις τελευταίες δεκαετίες, η τροποποίηση και η προσαρμογή έργων του παρελθόντος από νέους καλλιτέχνες γίνεται μαζικά. Αυτό έκανε και ο Soloup. Και τώρα κινδυνεύει με βαριές ποινές...
Η ιστορία της τέχνης και, μέσα σ’ αυτήν, η ιστορία των κόμικς είναι γεμάτες από παραδείγματα καλλιτεχνών που βασίστηκαν σε προγενέστερα έργα για να δημιουργήσουν νέα έργα, πολλές φορές ισάξια ή και σπουδαιότερα των «πρωτοτύπων».
Η απόδοση των ευσήμων και η απότιση φόρου τιμής, η τροποποίηση, η προσαρμογή και η ιδιοποίηση, ακόμα και η παρωδία ή η ειρωνεία αποτελούν κίνητρα και συνήθεις πρακτικές για μια μεγάλη μερίδα σύγχρονων καλλιτεχνών σε κάθε τέχνη.
[Ο Gotlib αυτοπροσωπογραφείται κρατώντας γνωστά έργα τέχνης «ρετουσαρισμένα» από τον ίδιο]
Το «Αϊβαλί» του Soloup που παρουσιάσαμε από αυτές εδώ τις στήλες όταν πρωτοκυκλοφόρησε (εκδόσεις Κέδρος) και κατέκτησε στη συνέχεια τα βραβεία σεναρίου και καλύτερου κόμικς της χρονιάς στην πρόσφατη απονομή των Ελληνικών Βραβείων Κόμικς, είναι μια συγκλονιστική ματιά στην πρόσφατη ελληνική ιστορία μέσα από τις αφηγήσεις συγγραφέων που έγραψαν για τη Μικρά Ασία κατά το παρελθόν.
Ο Soloup αξιοποιεί τα κείμενα του Ηλία Βενέζη, της Αγάπης Βενέζη, του Αχμέτ Γιορουλμάζ και του Φώτη Κόντογλου για να φιλοτεχνήσει ένα μωσαϊκό από ανθρώπινες ιστορίες που εκτυλίχτηκαν με φόντο την ελληνοτουρκική διαμάχη στα παράλια του Αιγαίου. Και το κάνει με τον προσήκοντα σεβασμό προς κάθε συγγραφέα, με συνεχείς αναφορές και παραπομπές στις πηγές του, έχοντας προηγουμένως τηρήσει κάθε κανόνα καλλιτεχνικής δεοντολογίας ως προς τα πνευματικά δικαιώματα, την παράθεση των αρχικών κειμένων κ.λπ.
Αλλωστε, το ίδιο πράττει και ως προς την τεκμηρίωση του έργου του που λόγω της φύσης του είναι ιδιαίτερα απαιτητικό. Μπορεί, πάνω απ’ όλα, να είναι μια μυθοπλαστική δημιουργία δοσμένη στην τέχνη των κόμικς, ωστόσο η ιδιαιτερότητα του έργου και το λεπτό ιστορικό ζήτημα που αφορά, προϋποθέτουν την ενδελεχή ιστορική έρευνα, την ταξινόμηση, την αποδελτίωση, τις επισκέψεις σε κάθε χώρο που περιγράφεται, τις συνομιλίες με πρόσωπα, το σκάλισμα αρχείων, εγγράφων, εικόνων, ντοκουμέντων, μαρτυριών, βιβλίων, άρθρων και από τις δυο πλευρές του πελάγους.
[Ο Αμλετ του Σέξπιρ και ο «Τελευταίος άνθρωπος» της Mary Shelley εμπνέουν τους Brian Vaughan και J. G. Jones (δεξιά) ενώ «Το Φιλί» του Klimt αναπλαισιώνει ο Patrick McDonnell (αριστερά). ]
O Soloup τα έκανε όλα αυτά και με το παραπάνω και ένα μέρος τους αποκάλυψε στο πλούσιο παράρτημα του βιβλίου του, ενώ ένα άλλο μέρος δημοσιοποίησε στη σπουδαία έκθεσή του στο Μουσείο Μπενάκη που ολοκληρώθηκε πριν από λίγες ημέρες. Ομως…
Ομως κάποιοι έμειναν παραπονεμένοι και αποφάσισαν να τον μηνύσουν. Οι μηνυτές είναι κληρονόμοι του Αϊβαλιώτη Φώτη Κόντογλου (1895-1965) και αιτία της «οργής» τους ήταν τα περιορισμένα αποσπάσματα από τα γραπτά και οι πίνακες του Ελληνα συγγραφέα και ζωγράφου που προσάρμοσε ο Soloup στο δικό του «Αϊβαλί». Τι κι αν ο Soloup είχε πάρει την άδεια του εκδοτικού οίκου που κατέχει τα δικαιώματα του Κόντογλου, τι κι αν τον αντιμετώπισε με μοναδικό σεβασμό, τι κι αν ανέφερε όλες τις πηγές του, τι κι αν επανεπικαιροποίησε το έργο του;
Οι μηνυτές, των οποίων πριν από λίγες μέρες απορρίφθηκαν τα ασφαλιστικά μέτρα με τα οποία ζητούσαν την άμεση κατάσχεση και απαγόρευση της κυκλοφορίας του βιβλίου, δείχνουν να μην κατανοούν ή να αγνοούν πλήρως -αν δεν αποσιωπούν εσκεμμένα- τις αιτίες που ώθησαν τον Soloup να τιμήσει τον Κόντογλου δίνοντάς του έναν σημαντικό ρόλο σε ένα βιβλίο που αφορά την ανθρώπινη φιλία, την αγάπη, την αλληλεγγύη και τη συναδέλφωση. Περισσότερο δείχνουν να αγνοούν, ωστόσο, ότι η σύγχρονη τέχνη έχει κατακτήσει και εφαρμόζει σε σημαντικό βαθμό και με θαυμαστά αποτελέσματα τη μέθοδο της δημιουργικής αφομοίωσης των έργων τέχνης του παρελθόντος.
[O Soloup «συνομιλεί» με τον Φώτη Κόντογλου. Είναι αυτό έγκλημα; ]
Ποτέ, άλλωστε, δεν ήταν πρωτότυπο κάτι τέτοιο. Είναι απλώς ο τρόπος με τον οποίο εξελίσσεται και προχωρά η τέχνη. Και στη συγκεκριμένη περίπτωση η τέχνη των κόμικς. Από τη μανιέρα των βυζαντινών ψηφιδωτών και εικόνων στα βάθη των αιώνων μέχρι τον μοντερνισμό των αρχών του εικοστού αιώνα και τον σύγχρονο μεταμοντερνισμό, οι εικόνες και τα κείμενα του παρελθόντος ήταν πάντα οι πρώτες ύλες για κάθε καινούργιο ρεύμα, για κάθε νέο έργο.
Ο Picasso φιλοτέχνησε δεκάδες έργα βασισμένος στον προγενέστερο Manet, ο Duchamp αστειεύτηκε με τη «Μόνα Λίζα», ο Dali, εμμονικά τροποποίησε έργα του Millet και του Da Vinci. O Roy Lichtenstein και ο Andy Warhol βάσισαν μεγάλο μέρος του έργου τους, πολλές φορές μάλιστα με άκομψο και χοντροκομμένο τρόπο, σε εικόνες των κόμικς του παρελθόντος. Ο Ron English συνθέτει έργα με βάση πασίγνωστους πίνακες του παρελθόντος στους οποίους υποκαθιστά τα πρόσωπα με χαρακτήρες των κόμικς. Και ο Jeff Koons εκθέτει αυτούσιους χαρακτήρες των κόμικς είτε ζωγραφιστούς είτε ως κατασκευές.
Ιδιαίτερα τα κόμικς, από τις αρχές του προηγούμενου αιώνα κιόλας, αξιοποίησαν, τροποποίησαν και προσάρμοσαν εμβληματικά έργα τέχνης της Ιστορίας χωρίς ποτέ να βρεθούν κατήγοροι ή εύθικτοι και προσβεβλημένοι «κληρονόμοι». Από τις αρχές του 1900 o Winsor McCay εμπνευσμένος από την «Αλίκη στη Χώρα των Θαυμάτων» και τις ψυχαναλυτικές θεωρίες του Φρόιντ, δημιούργησε το «Little Nemo in Slumberland», χρησιμοποιώντας γνωστές εικόνες ακόμα και από τον κινηματογράφο, π.χ. το ανθρωπόμορφο φεγγάρι του Georges Mellies.
[Ο Ron English «ξανασχεδιάζει» το Πρόγευμα στη Χλόη του Manet]
O Lyonel Feininger προσάρμοσε στα κόμικς του τον γνωστό πίνακα του James Whistler με το πορτρέτο της ηλικιωμένης μητέρας του. Αυτός και ο George Herriman ενέταξαν στα κόμικς τους το «Μεγάλο κύμα» του Hokusai, ενώ ο δεύτερος πειραματίστηκε και με άλλα σπουδαία έργα, όπως το σουπρεματιστικό «Μαύρο τετράγωνο» του Μάλεβιτς.
Στα χρόνια που ακολούθησαν, αμέτρητα έργα τέχνης του παρελθόντος χρησιμοποιήθηκαν ελαφρώς ή εντονότερα ρετουσαρισμένα και τροποποιημένα στις σελίδες των κόμικς. Η «Κραυγή» του Munch, οι «Δαναΐδες» του Waterhouse, o «Περιπλανώμενος πάνω από τη Θάλασσα της Ομίχλης» του Friedrich, ο «Σκεπτόμενος» του Rodin, το «Σιντριβάνι» του Duchamp, η «Θεία Κωμωδία» του Δάντη και πολλά ακόμη έργα έγιναν εικόνες στο «Logicomix» των Δοξιάδη-Παπαδάτου με δεξιοτεχνικό τρόπο.
Ο Chris Ware έφτιαξε πριν από χρόνια ένα στριπ με φόντο νεοπλαστικιστικούς πίνακες του Piet Mondrian, ενώ ομοίως έπραξε ο Pablo Echaurren συνδυάζοντας έργα του Mondrian με τον/την Krazy Kat. To «American Gothic» του Grant Wood έχει γίνει εξώφυλλο σε δεκάδες σύγχρονα κόμικς, μεταξύ των οποίων και τα πρόσφατα «Καμένα Βούρλα» του Θανάση Πετρόπουλου, ενώ το «Nighthawks» του Edward Hopper έχει τροποποιηθεί αμέτρητες φορές.
[Ο Homer Simpson του Matt Groening «αντικαθιστά» την αποστεωμένη φιγούρα της Κραυγής του Munch.]
Ο Milo Manara, ο Gilbert Shelton, ο Πέτρος Χριστούλιας, ο Ηλίας Ταμπακέας και πολλοί άλλοι έχουν μετατρέψει σε καρέ από τις ιστορίες τους το «Πρόγευμα στη Χλόη» του Manet αλλάζοντας τα πρόσωπα που συμμετέχουν, ενώ ο Jean Ache είχε χρησιμοποιήσει τις τεχνοτροπίες των Picasso, Mondrian, Miro, De Chirico κ.ά. για να δημιουργήσει μονοσέλιδες εκδοχές της Κοκκινοσκουφίτσας. Ο Scott McCloud στο «Κατανοώντας τα κόμικς» δίνει δεκάδες παραδείγματα γνωστών έργων τέχνης και την αλληλεπίδραση μεταξύ τους. Αν αυτό ήταν παράνομο θα έπρεπε να φυλακιστεί ισόβια σε ένα κάτεργο χωρίς πρόσβαση σε καμιά τέχνη.
Πρόσφατα ο Αρκάς κυκλοφόρησε ολόκληρο βιβλίο με πρωταγωνίστρια τη γάτα Λουκρητία να παίρνει τη θέση διάσημων προσώπων σε έργα τέχνης (Αφροδίτη, Μόνα Λίζα κ.ά.), ενώ ο Henrik Lange έχει μεταφέρει 90 κλασικά λογοτεχνικά έργα σε κόμικς της μιας σελίδας το καθένα.
Τα παραδείγματα μεταφοράς, προσαρμογής και τροποποίησης έργων τέχνης είναι κυριολεκτικά χιλιάδες. Η μέθοδος είναι πλέον ευρέως αποδεκτή και μαζικά εφαρμόσιμη, αρκεί να τηρούνται ορισμένες αυτονόητες αρχές: να είναι αναγνωρίσιμη η εικόνα που προσαρμόζεται στο νέο πλαίσιο και να αναφέρονται οι πηγές ή να είναι άμεσα αντιληπτές από τον νέο θεατή.
Στην περίπτωση του Soloup και του «Αϊβαλί» αυτό ισχύει στον υπερθετικό βαθμό. Στη δίκη της 12ης Ιουνίου, ελπίζουμε να κερδίσουν η λογική και το αυτονόητο. Και το «Αϊβαλί» να συνεχίσει ελεύθερο το ταξίδι του στον κόσμο των κόμικς και της τέχνης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου