Το θρυλικό συγκρότημα που έφτασε στην κορυφή, έμελλε να δώσει το τελευταίο live του τον Ιανουάριο του 1969, όχι σε κάποιον προβλέψιμο συναυλιακό χώρο, αλλά στην οροφή ενός κτιρίου. Τώρα ένας αυτόπτης μάρτυρας αποκαλύπτει άγνωστες πτυχές αυτής της ιστορικής συναυλίας..
«Ήταν μία ακόμα ημέρα στο γραφείο…».
Με αυτά τα λόγια ο Κεν Μάνσφιλντ, πρώην μάνατζερ της δισκογραφικής εταιρείας Apple Records, επιχειρεί να αποδομήσει έναν μουσικό ορόσημο που συνέβη μια μέρα σαν κι αυτή πριν ακριβώς από μισό αιώνα.
Αλλά αποδομούνται τέτοια πράγματα; Ηταν 30 Ιανουαρίου 1969 όταν ο Τζον, ο Πολ, ο Τζορτζ και ο Ρίνγκο ανέβηκαν σε εκείνη την ταράτσα στο Λονδίνο, για να τραγουδήσουν το «Don’t Let Me Down», το «I’ve Got a Feeling», το «Dig A Pony» και το «Get Back» –προτού αποφασίσουν έτσι, σε μια ανύποπτη στιγμή να σταματήσουν. Οσοι περαστικοί είχαν την τύχη να τους δουν ή να τους ακούσουν από τον δρόμο, δεν μπορούσαν να ξέρουν…
Δεν μπορούσαν να ξέρουν ότι ήταν η τελευταία φορά που θα έβλεπαν και θα άκουγαν κάτι τέτοιο. Οι διαφωνίες και ο κορεσμός, τα «εγώ» τους αλλά και η τρομακτική εξάντληση των Υπέροχων Τεσσάρων από την επί μία οκταετία υπερέκθεσή τους στη δημόσια σφαίρα, οδήγησε στη διάλυση της θρυλικής μπάντας λίγους μήνες αργότερα.
Είχαν κατακτήσει τον κόσμο και τον είχαν αλλάξει. Είχαν κάνει μουσική επανάσταση. Και είχαν «καεί» δημιουργικά, χωρίς καν να προλάβουν να φτάσουν στα 30 τους χρόνια. Την ημέρα που ανέβηκαν στην ταράτσα, ο Λένον και ο Ρινγκο Σταρ ήταν 28 ετών, ο ΜακΚάρτνεϊ 26, ο Χάρισον δεν τα είχε κλείσει καν…
Μιλώντας στον δημοσιογράφο του περιοδικού Rolling Stone, ο Μάνσφιλντ εξηγεί:
«Ήταν Ιανουάριος του 1969 και οι Beatles είχαν κανονίσει να ανέβουν στην ταράτσα του κτιρίου της Apple Records στο Λονδίνο, με σκοπό να παίξουν μερικά από τα νέα κομμάτια τους από το άλμπουμ «Let it Be» –το υλικό θα περιλαμβανόταν τελικά σε ένα φιλμ-ντοκουμέντο που θα περιέγραφε όλη την κατάρρευση των διαπροσωπικών σχέσεών τους και του ίδιου του συγκροτήματος.
«Να φανταστείς, κάποιοι συνάδελφοί μου, δεν μπήκαν καν στον κόπο να ανέβουν στην ταράτσα. Ήταν ένα ακόμη από τα πράγματα που είχαν να κάνουν οι Beatles, ανάμεσα σε πολλά άλλα μίας μεγάλης και κουραστικής λίστας» συνεχίζει την αφήγησή του ο αμερικανός μάνατζερ, ο οποίος με την απόφασή του να ανέβει τελικά, έγινε αυτόπτης μάρτυρας του ιστορικού τελευταίου live των «Σκαθαριών».
Ο ίδιος κυκλοφόρησε στο τέλος του 2018 το βιβλίο «The Roof», στο οποίο περιγράφει εκείνη την υποτιμημένη αρχικά εμπειρία, και κυρίως, πώς ήταν να δουλεύεις για τη διασημότερη μπάντα του πλανήτη. Μιλάει για όλα όσα βίωσε εκείνη την παράξενη ημέρα, στην κορυφή ενός κτιρίου, όπου χωρίς να το ξέρει, γραφόταν μουσική ιστορία.
Οι Beatles είχαν άγχος
«Τους θυμάμαι να είναι στρεσαρισμένοι, λες και επρόκειτο για μία καινούργια, άσημη μπάντα που ετοιμαζόταν για οντισιόν. Σκέφτηκα ότι ήταν έτσι επειδή είχαν αρκετό καιρό να παίξουν κάπου live. Αργότερα έμαθα ότι η ένταση ήταν μεταξύ τους. Δεν ήταν καν σίγουροι αν θα ανέβαιναν να παίξουν στην ταράτσα. Κάποιος μου είπε, ότι το συζητούσαν ως τη στιγμή που έφτασαν στην πόρτα που οδηγούσε στην ταράτσα. Τότε ο Λένον πήρε την κατάσταση στα χέρια του και είπε “Ελάτε λοιπόν! Ας το κάνουμε. Χρειαζόμαστε το οπτικό υλικό”. Στεκόμουν πολύ κοντά και έβλεπα τα πρόσωπά τους καθώς έπαιζαν. Όταν ξεκίνησαν, υπήρχε μία στιγμή – κι αυτό είναι κάτι που δεν θα ξεχάσω ποτέ- που ο Πολ κοίταξε τον Τζον, ή ο Τζον κοίταξε τον Πολ και είχαν αυτό το βλέμμα της αναγνώρισης. Ήταν σα να έλεγαν “ξέρεις κάτι; Ο,τι κι αν γίνει, είμαστε αυτοί που είμαστε. Πάντα αυτό ήμασταν. Συμβαίνουν πολλά μεταξύ μας, όμως πάνω απ’ όλα είμαστε μία καλή μπάντα”. Ανέβηκαν στην ταράτσα χωρίς ούτε να κάνουν sound check. Δεν τσέκαραν τον ήχο τους, αλλά τελικά, τσέκαραν τις ψυχές τους».
Ένα πριβέ, ιστορικό «αντίο»
«Όλοι κι όλοι οι θεατές αυτής της πριβέ συναυλίας, ήταν περίπου είκοσι, ανάμεσά τους και η σύντροφος του Τζον Λένον, Γιόκο Ονο. Ηταν η πρώτη φορά που έπαιζαν μαζί, μετά από καιρό. Δεν μπορούσα όμως να φανταστώ εκείνη τη στιγμή, ότι θα ήταν και η τελευταία. Το έκαναν για τις ανάγκες της ταινίας, αλλά τελικά το έκαναν υποσυνείδητα και για ένα δικό τους, πολύ ξεχωριστό “αντίο”. Και όπως όλοι οι σημαντικοί αποχαιρετισμοί, έτσι κι αυτός, έπρεπε να γίνει χωρίς πολύ κόσμο γύρω γύρω».
Το σάουντρακ της ταράτσας
«Το συγκεκριμένο live πραγματοποιήθηκε λίγους μήνες μετά την κυκλοφορία του “White Album”. Ηταν σημαντική εμπειρία να ακούω για πρώτη φορά live τραγούδια όπως το “Don’t Let Me Down” και το “Get Back”, που ήταν και τα αγαπημένα μου».
Το πλήθος που μαζεύτηκε από κάτω
«Αρχικά δεν είχα ιδέα ότι όσο έπαιζαν οι Μπιτλς, είχε συγκεντρωθεί πλήθος κόσμου από κάτω. Από εκεί που βρισκόμασταν, δεν μπορούσαμε να δούμε τι συνέβαινε στον δρόμο. Και φυσικά, ούτε εκείνοι μπορούσαν να δουν εμάς. Αυτό που πρόσεξα πάντως, ήταν άνθρωποι από τα γύρω κτίρια, που άρχισαν να βγαίνουν και σχεδόν να κρέμονται έξω από τα παράθυρα. Αυτό είχε τεράστιο ενδιαφέρον. Ξαφνικά ανέβηκε και ένας συνάδελφός μου, ο οποίος μου είπε πως δεν είχε ιδέα για το live, αλλά είδε τον κόσμο να μαζεύεται, την κυκλοφορία να σταματάει, άτομα να ακολουθούν τη μουσική σαν μαγεμένα, κουστουμαρισμένους τεχνοκράτες να παρατούν στη μέση τα επαγγελματικά ραντεβού τους και άλλους, απλά να δυσανασχετούν με την αναστάτωση. Η ατμόσφαιρα ήταν ηλεκτρισμένη και τα συναισθήματα ανάμεικτα».
Ένας αστυνομικός-φαν
«Μην ξέροντας τι ακριβώς συνέβαινε εκεί πάνω, κάποιοι κάλεσαν την αστυνομία. Ενας αστυνομικός ανέβηκε στην ταράτσα, αλλά δεν συνέβη τίποτα ακραίο. Έμεινε μαζί μας και είδε την υπόλοιπη συναυλία!».
Όταν τέλειωσε το live
«Ολοι κατέβηκαν κάτω μόλις η μουσική σταμάτησε. Ήταν σα να τραβάς την τάπα της μπανιέρας ύστερα από ένα πολύ χαλαρωτικό αφρόλουτρο και φεύγει όλο το ζεστό νερό».
Η αίσθηση από την ταινία
«Let it be» «Όταν την είδα, μου προκάλεσε θλίψη, τη βρήκα αρκετά σκοτεινή. Τα πράγματα δεν ήταν τόσο άσχημα όλη την ώρα μεταξύ των Beatles. Στην πραγματικότητα υπήρχαν πολλές ωραίες στιγμές και μπόλικη ευτυχία. Οπότε προσωπικά, θα ήθελα να δω μία διαφορετική εκδοχή».
Με ποια «Σκαθάρια» κράτησε επαφή
«Μετά τη διάλυση του γκρουπ, ο Τζορτζ Χάρισον ολοκλήρωσε το άλμπουμ “Bangladesh” στο Λος Αντζελες και περνούσα πολύ χρόνο μαζί του στο στούντιο. Η σύζυγός μου ήταν φίλη με τη δική του και πολύ συχνά πηγαίναμε όλοι μαζί για ψώνια, αγοράζαμε τζιν, κτλ. Τον Πολ τον είδα μόνο μία φορά, στην τελετή των βραβείων Γκράμι. Μία φορά ήμουν στο σπίτι του Ρίνγκο και πέρασε και ο Τζον και τα είπαμε. Κάπως έτσι κύλησαν τα χρόνια».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου