Μήπως έχουμε πάρει τον Τζέιμς Μποντ πολύ στα σοβαρά ενώ είναι απλώς ένας ενήλικος Χάρι Πότερ; Ναι, σωστά... ξέχασα ότι και τον Χάρι τον είχαμε πάρει πολύ στα σοβαρά. Απ'ότι φαίνεται ακόμη πιο πολύ στα σοβαρά τον έχουν πάρει οι...
....ιθύνοντες πίσω απ' τη σειρά κι έτσι, για το τρίτο μέρος της εκ νέου αναγέννησής της με τη φάτσα του Ντάνιελ Κρεγκ, έφεραν στο τιμόνι έναν σοβαρό σκηνοθέτη, τον Σαμ Μέντες. Το αποτέλεσμα;
Ένα Τζέιμς Μποντ που αναφέρεται στον εαυτό του, ψυχαναλύει τον εαυτό του και αποθεώνει τον εαυτό του χωρίς να θυσιάσει ούτε ένα από τα στοιχεία εκείνα που το καθιστούν ρηχό κι απροκάλυπτα πελατο-θηρικό από τη γέννησή του μέχρι σήμερα.
Όσο για τον Μέντες, όχι μόνο δεν αφήνει το στίγμα του, αλλά μας δίνει ένα απ' τα πιο αναίμακτα και ασεξουαλικά επεισόδια στην μακρά, ατελείωτη ιστορία του ατσαλάκωτου υπερκατασκόπου.
Η υπόθεση
Ενώ ο Μποντ περνιέται για νεκρός μετά από μια αποστολή που πήγε λίγο στραβά, εκείνος περνάει τις ώρες του σε ένα μπιτς-μπαρ στη Χαλκιδική (εντάξει, δεν ξέρω πού είναι) με την αιθέρια ύπαρξη που τον τράβηξε κυριολεκτικά απ' τον βυθό της θάλασσας.
Όσο όμως κατεβάζει κοκτέιλ και χτίζει τετρακέφαλους στην άμμο, κάποιος απειλεί την “Μ”, την επαγγελματική υπόληψη και τη ζωή της. Με μια τρελή χακεριά ο αόρατος νέος εχθρός υποκλέπτει μια λίστα (τυχαίο;) με ονόματα πρακτόρων που δρουν υπό κάλυψη και τα αποκαλύπτει λίγα-λίγα στο YouTube (να ιδέες σοβαρές) κάνοντας το ζήτημα πολύ πιο σοβαρό απ' την ίδια την “Μ”. Ο Μποντ το μαθαίνει απ' τις ειδήσεις κι επιστρέφει απ' τους νεκρούς για να αναλάβει δράση και να προστατεύσει τη μητρική φιγούρα που κάποτε “σχεδόν” διέταξε το θάνατό του από μια απειλή που έρχεται κατευθείαν απ' το πιο σκοτεινό, μακιαβελικό παρελθόν της...
Η κριτική
Με μια εισαγωγή βγαλμένη απ' τα
χάιλαϊτς του μεγάλου βιβλίου των κλισέ εισαγωγών, βλέπουμε τον ήρωά μας
να βρίσκει θάνατο άδοξο από φίλια πυρά και με φίλια εντολή. Ή μήπως όχι
Κατά τη διάρκεια της κιτς οπτικοποίησης ενός απ' τα πιο απρόσωπα
τραγούδια τίτλων στην ιστορία της σειράς, βλέπουμε τον Τζέιμς να
διασώζεται από ένα τοπ-μόντελ που έτυχε να κολυμπά εκεί ακριβώς που
βυθίστηκε και ξεφυσούμε με ανακούφιση που η ταινία θα διαρκέσει τελικά
πάνω από 10 λεπτά.
Αμέσως μετά, στο επίκεντρο της ιστορίας εγκαθίσταται η “Μ”, η οποία, ανήμπορη να αποτρέψει τη διαρροή και την έκθεση της ζωής δεκάδων πρακτόρων σε άμεσο κίνδυνο, καλείται από τον αρχιπράκτορα Μάλορι σε εθελούσια έξοδο, πριν η θέση της χειροτερέψει. Ο αόρατος εχθρός χτυπά από μακριά, γιατί είναι χάκερ, καταδεικνύοντας τη χρήση μυστικών πρακτόρων ως παλιομοδίτικη, απειλώντας και χλευάζοντας τον παραδοσιακό ψυχροπολεμικό τρόπο που γινόντουσαν τα πράματα, με αξιοπρέπεια δηλαδή και πατριωτική τιμή.
Ο Μάλορι μοιάζει να καταλαβαίνει την ανάγκη για αλλαγή, όμως η “Μ” και ο ανεστημένος Μποντ αρνούνται να παραδώσουν τα ρεβόλβερ τους για ένα usb-στικάκι. Με συνοπτικές διαδικασίες, ο Τζέιμς ρίχνεται στο κατόπι του κακού που περιλαμβάνει σεξ, μαρτίνι, τζογάρισμα σε γκλαμουράτο εξωτικό καζίνο, πάλι σεξ, βόλτα με γιωτ σε ιδιωτικό νησί και δέσιμο σε καρέκλα.
Όλα αυτά αποδίδονται απ' τους σεναριογράφους και τον σκηνοθέτη με μια βιασύνη που υποδεικνύει πως το σημαντικό μέρος θα είναι το δεύτερο, εκεί θα γευτούμε όσα ρηξικέλευθα έχουν σκεφτεί για να ανανεώσουν τη σειρά και να δώσουν βάθος αμέτρητο στους χαρακτήρες. Λίγο πριν πάμε εκεί όμως, γνωρίζουμε και τον αόρατο χάκερ, τον μεγάλο κακό του 23ου επεισοδίου.
Είναι λίγο τρελούτσικος, αλλά μάλλον εξαιρετικά ευφυής, πρόδηλα ομοφυλόφιλος και εμφανώς διαταραγμένος, απόρροια κάποιου συμβάντος, μιας προδοσίας που τον στιγμάτισε διά παντός. Κλισέ; Ναι, αλλά αυτή φορά, ο ψυχαναλυτής-σεναριογράφος κοιτάξε βαθιά μέσα στην ιστορία των ηρώων αντί για τη μεγάλη δεξαμενή κακών του διεθνούς στερεώματος κι έτσι το δεύτερο μέρος αποκτά άλλο ενδιαφέρον.
Πράγματι, η αφήγηση βελτιώνεται κατά πολύ και κάποια στιγμή γίνεται σχετικά απρόβλεπτη, μιας και ο κακός δεν έχει σαφείς προθέσεις ούτε υποδηλώνεται κανένα μεγάλο σχέδιο απ' τις κινήσεις του. Έχει μια αυτοπεποίθηση που μεταλάσσεται στιγμιαία σε τάση αυτοκαταστροφής και δρα με τρόπο αντανακλαστικό, κάτι που ανεβάζει τον δείκτη του ενδιαφέροντος.
Το ζήτημα είναι ότι ούτε οι σεναριογράφοι ξέρουν τι θέλουν, πέρα απ' το να μην παραλείψουν να στριμώξουν τα συστατικα που δεν μπορούν να λείψουν απ' τη συνταγή, την υπεράνθρωπη απόδραση, το σούπερ γαμάτο αυτοκίνητο, το καταφύγιο της παιδικής ηλικίας, το αλόγιστο μακελειό και το απαραίτητο κυνηγητό μεταξύ εκατομμυρίων θνητών, καθημερινών, ανίδεων ανθρώπων.
Η ψυχανάλυση εισέρχεται εκβιαστικά κάπου ανάμεσα, σε μερικά βλέμματα και σιωπές όλο νόημα και μια δόση από τραγικές αποκαλύψεις που αντί να δίνουν βάθος στους ήρωες, τους κάνουν πιο χάρτινους και διάφανους από ποτέ.
Η δράση βέβαια δε λείπει, έρχεται συχνά-πυκνά σε μετρημένες κι εντυπωσιακές δόσεις, αλλά τα σουφρωμένα χείλη και το “ταλαιπωρημένο” πρόσωπο του Ντάνιελ Κρεγκ δε φτάνουν για να πείσουν ότι ο υπερπράκτορας ζορίζεται λόγω γήρατος. Ο Χαβιέ Μπαρδέμ οριακά δε γελάει με την καρικατούρα που του έδωσαν να ενσαρκώσει, η Τζούντι Ντεντς παίζει πια στον αυτόματο πιλότο και ο Ραλφ Φάινς ξοδεύεται σε βαθμό υποτιμητικό, είναι ένα ανδρείκελο χωρίς πραγματικό ρόλο, ξεκινά στριμμένος και καχύποπτος χαρτογιακάς, αλλά στην πορεία βγαίνει “σπαθί” και μάχιμος παλιοσχολίτης.
Όσο για τα περίφημα κορίτσια του Μποντ, είναι πιο αναλώσιμα και ευλησμόνητα από ποτέ, το σεξ μαζί τους είναι σαν το μαρτίνι, μια διαδικαστική υπόθεση που υπογραμμίζει το παλιομοδίτικο, αντρίκιο στιλ, έναντι του χλιαρού νέου των ασέξουαλ χακεράδων.
Τελικά, είναι καλό το “Skyfall”, το πολυαναμενόμενο 23ο Τζέιμς Μποντ; Ναι, αν κάποιος δεν αυθυποβληθεί να περιμένει μια διεισδυτική εκ βαθέων ματιά στον άνθρωπο πίσω απ' τον πράκτορα, τότε είναι μια επαρκής κατασκοπική ταινία δράσης. Τίποτε περισσότερο, τίποτε λιγότερο και τίποτε καινούργιο.
Sources of Information:του Λουκά Τσουκνίδα // http://news247.gr/
Μοιραστείτε το με τους Φίλους σας...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου