Ο John Robert Cocker έφυγε από την ζωή μετά από μια μακρόχρονη ασθένεια που τον ταλαιπωρούσε.. Σύντομα θα συμπλήρωνε 50 χρόνια συνεχούς παρουσίας στο τραγούδι. Χρονικό διάστημα που σίγουρα θα ζήλευαν αρκετοί από τους συναδέλφους του...
Από τον Γιάννη Πετρίδη
📷 Μια σπάνια φωτογραφία, με τον Γιάννη Πετρίδη σε χειραψία με τον διάσημο μουσικό και τραγουδιστή στο στούντιο της ΕΡΤ...
Ο Joe Cocker γεννήθηκε στις 20 Μαΐου του 1944 στη βιομηχανική πόλη του Σέφιλντ στη Βρετανία και από μικρός, παράλληλα με τη δουλειά του σε βενζινάδικο της γειτονιάς του, σπούδαζε σε τεχνική σχολή και στα 14 χρόνια του ανακάλυψε τον Ray Charles, τη φωνή του οποίου προσπάθησε με επιτυχία -είναι η αλήθεια- να μιμηθεί στα επόμενα χρόνια. Λίγο πριν, ο Lonnie Donegan και η μουσική skiffle που έπαιζε τον οδήγησαν να αγοράσει μια φτηνή ντραμς και να αρχίζει να παίζει συνοδεύοντας τους φίλους του που είχαν αγοράσει κιθάρες.
Όταν η τρέλα τού skiffle ξεπεράστηκε, ο Cocker στράφηκε στο ροκ και σε ονόματα όπως οι Little Richard και Gene Vincent, αλλά και στα μπλουζ του Muddy Waters, όπως και πολλοί άλλοι από τους μετέπειτα βρετανούς αστέρες τού ροκ.
Από τον Ray Charles εντύπωση του είχε κάνει το What'd Ι say και το πρώτο άλμπουμ τού Ray που αγόρασε ήταν το Yes indeed!, το οποίο κυριολεκτικά έλιωσε από τα πολλά παιξίματα.
Στα 15 του συμμετέχει ως ντράμερ στο πρώτο του συγκρότημα, που είχαν το όνομα The Cavaliers. Δύο χρόνια αργότερα το συγκρότημα αλλάζει το όνομά του σε Vance Arnold and the Avengers και ο Joe Cocker γίνεται ο τραγουδιστής τους και αρχίζουν τις περιοδείες συνοδεύοντας συγκροτήματα όπως οι Hollies και οι Rolling Stones.
Το όνομα Vance ήταν μία παραλλαγή του Vince (Everett), όνομα που χρησιμοποιούσε ο Elvis Presley στον ρόλο του στην ταινία Jailhouse rock, που ο Joe Cocker δεν το είχε ακούσει σωστά, και του τραγουδιστή της μουσικής κάντρι Eddy Arnold.
Το 1965 εγκαταλείπει το βενζινάδικο και υπογράφει ως σόλο καλλιτέχνης στην εταιρεία Decca, για την οποία κυκλοφορεί το πρώτο του τραγούδι, που ήταν η ερμηνεία του στο Ι'll cry in stead των Beatles, στο οποίο παίζει κιθάρα ο Jimmy Page. Το τραγούδι θα είναι σκέτη αποτυχία και ο Cocker ύστερα από μία περιοδεία μαζί με το συγκρότημα των Manfred Mann θα επιστρέψει στα καθήκοντά του στο βενζινάδικο.
Η νέα του προσπάθεια στη μουσική ήταν η δημιουργία των Grease Band, στους οποίους έπαιζαν οι Henry McCullough κιθάρα και ο Chris Stainton, που θα γίνει ο βασικότερος συνεργάτης του στα επόμενα χρόνια, μπάσο.
Οι Grease Band, που έπαιζαν βρετανικό φανκ και διασκευές σε τραγούδια της Μοτάουν, θα κάνουν συνέχεια περιοδείες στις βόρειες πόλεις της Βρετανίας και ο Chris Stainton θα γράψει το πρώτο τραγούδι που θα προκαλέσει κάποιο ενδιαφέρον· είχε τον τίτλο Marjorine και ο Denny Cordell, μάνατζερ των Procol Harum, θα αναλάβει να τους βοηθήσει.
Η εμφάνιση της μπάντας στο φεστιβάλ τζαζ και μπλουζ του Winsdor θα προκαλέσει καλές εντυπώσεις και ο Joe Cocker θα ξαναδοκιμάσει την τύχη του κυκλοφορώντας άλλο ένα τραγούδι των Beatles, το With a little help from my friends, που θα γίνει Νο. 1 και θα τον καθιερώσει οριστικά.
Στο άλμπουμ, που θα έχει ως τίτλο την πρώτη μεγάλη επιτυχία του, θα συμμετάσχουν ονόματα όπως οι Stevie Winwood, Albert Lee και Jimmy Page, που αποδεικνύουν την εκτίμηση που του είχαν οι μουσικοί της εποχής.
Το 1969 στην περιοδεία του στην Αμερική θα γνωρίσει τον Leon Russell, ο οποίος θα του δώσει το τραγούδι Delta Lady και στη συνέχεια θα γίνει ο παραγωγός στο άλμπουμ του Joe Cocker, στο οποίο δύο από τα μέλη των Beatles θα γράψουν από ένα τραγούδι αποκλειστικά για τον Joe Cocker, ο George το Something και ο Paul το She came in through the bathroom window. Οι Beatles αργότερα θα τα συμπεριλάβουν και στο άλμπουμ τους Abbey Road.
Το αποκορύφωμα της χρονιάς του 1969 για τον Cocker ήταν η εντυπωσιακή του εμφάνιση στο φεστιβάλ του Woodstock.
Ο Russell θα οργανώσει στη συνέχεια, μαζί και με το συγκρότημα Delaney and Bonnie, την περιοδεία Mad dogs and Englishmen, που πήρε αυτό το όνομα από το τραγούδι του Noel Coward, και το υλικό που θα προκύψει από αυτήν θα γίνει διπλό άλμπουμ και κινηματογραφική ταινία. Οι Αμερικανοί θα εντυπωσιαστούν από τη σκηνική του παρουσία και θα παρομοιάσουν τις παράξενες κινήσεις του στη σκηνή με αυτές του Frankestein, ήρωα του μυθιστορήματος της Mary Shelley, που στη συνέχεια οδήγησαν σε σειρά κινηματογραφικών ταινιών.
Οι μεγαλύτερες επιτυχίες του στα επόμενα χρόνια θα είναι πετυχημένες διασκευές σε γνωστά τραγούδια από το παρελθόν, όπως τα The letter των Box Tops, You're so beautiful του Billy Preston, Cry me a river της Julie London και Feelin' alright των Traffic, στο οποίο χρησιμοποίησε στα φωνητικά τη Merry Clayton έναν χρόνο πριν αυτή ηχογραφήσει με τους Rolling Stones το Gimme shelter.
Αυτή η πετυχημένη περιοδεία θα αφήσει όμως άρρωστο τον Joe Cocker, ενώ θα κυκλοφορήσουν και φήμες ότι είχε πρόβλημα με το αλκοόλ. Ο Cocker θα εξαφανιστεί από το Λος Αντζελες και θα πάει κοντά στους γονείς του, στο Σέφιλντ.
Το 1972 θα επιστρέψει στις συναυλίες και θα κάνει άλλη μια πετυχημένη περιοδεία στην Αμερική με τη βοήθεια του Chris Stanton, αλλά τα προβλήματα αρχίζουν να γίνονται όλο και πιο έντονα και, εκτός από το αλκοόλ, ο Cocker θα συλληφθεί στην Αυστραλία και για κατοχή μαριχουάνας.
Στα υπόλοιπα χρόνια της δεκαετίας του '70 θα κυκλοφορήσει μερικά άλμπουμ χωρίς ιδιαίτερη επιτυχία, αφού τα προβλήματα από το αλκοόλ δεν του επέτρεπαν να τα προωθήσει με τον κατάλληλο τρόπο.
Το 1982 η συνεργασία του με την Jennifer Warnes για την κυκλοφορία του βασικού τραγουδιού της ταινίας An officer and a gentlemen θα οδηγήσει στη μεγαλύτερη επιτυχία της καριέρας του με το Up where we belong, που θα φτάσει στην κορυφή αρκετών καταλόγων με τις επιτυχίες της εποχής, συμπεριλαμβανομένης και της Αμερικής.
Από τότε θα κάνει κατά καιρούς διάφορες εμφανίσεις σε συναυλίες, θα ηχογραφεί σε αρκετά σπάνια χρονικά διαστήματα κάποιο νέο άλμπουμ και βασικά θα περνάει τον περισσότερο χρόνο του στο κτήμα που έχει στο Κολοράντο.
Τα σημάδια από την καλλιτεχνική του πορεία θα μείνουν στον τρόπο ερμηνείας αρκετών μετέπειτα τραγουδιστών, που πάντα θα συγκινούνται από τις φωνές λευκών που εκφράζουν τον ήχο των μπλουζ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου