Μήπως, χωρίς να το συνειδητοποιούμε, είμαστε όλοι εκ φύσεως «μαστούρηδες»;..
Κατά κάποιον τρόπο, η επίσημη επιστημονική απάντηση είναι θετική: τα φυτικά κανναβινοειδή, οι βασικοί υπαίτιοι για τη νευροψυχολογική επίδραση της κάνναβης, δρουν με τον ίδιο ακριβώς βιοχημικό μηχανισμό και επιτελούν την ίδια λειτουργία με τα ενδοκανναβινοειδή που δημιουργεί ο εγκέφαλός μας..
Τα τελευταία χρόνια η βιοϊατρική επιστήμη κατάφερε, για πρώτη φορά στην ανθρώπινη ιστορία, να αποκαλύψει την ακριβή χημική δομή και κυρίως τη δράση των ενεργών συστατικών της κάνναβης (τετραϋδροκανναβινόλες), και συνεπώς να εξηγήσει την όποια ευεργετική ή και θεραπευτική τους επίδραση στον ανθρώπινο οργανισμό.
Η ιαματική δράση της μαριχουάνας ή του χασίς εξηγείται πλέον επαρκώς από την εντυπωσιακή ανακάλυψη ότι κάθε φυσιολογικός ανθρώπινος εγκέφαλος παράγει καθημερινά ουσίες παρόμοιες με τα ενεργά συστατικά που υπάρχουν στο φυτό κάνναβη.
Αυτές οι ενδογενείς ρυθμιστικές και ψυχοδραστικές ουσίες ονομάζονται «ενδοκανναβινοειδή» και, όπως θα δούμε, επιτελούν τις ίδιες ακριβώς λειτουργίες με τα εξωγενή φυτικά κανναβινοειδή που εισβάλλουν στον εγκέφαλό μας όταν καταναλώνουμε μαριχουάνα ή χασίς.
Μολονότι εντελώς απρόβλεπτη και για πολλούς εξοργιστική, η ανακάλυψη των ενδοκανναβινοειδών ουσιών που παράγει ο εγκέφαλός μας επέφερε αφενός μια μεγάλη γνωσιακή-πολιτισμική αναθεώρηση των προκαταλήψεων των δυτικών κοινωνιών για τη δήθεν τοξικότητα ή την ψυχολογική βλαπτικότητα των προϊόντων της κάνναβης και αφετέρου μια ριζική ανατροπή των κυρίαρχων ιατρικών απόψεων σχετικά με τη δήθεν εξαρτησιογόνο και επιβλαβή δράση αυτού του «μαγικού» φυτού.
Οι θεραπευτικές, ψυχαγωγικές και ευφορικές ιδιότητες του φυτού κάνναβη είναι γνωστές στους ανθρώπους εδώ και πέντε χιλιετίες, τουλάχιστον.
Ωστόσο, μόνο τα τελευταία χρόνια υπήρξε πραγματική πρόοδος στις επιστημονικές μας γνώσεις σχετικά με τον ακριβή βιοχημικό μηχανισμό και τον ακριβή τρόπο δράσης της στο ανθρώπινο σώμα.
Αποφασιστική καμπή ήταν το 1964, όταν ο Ραφαήλ Μεσούλαμ (Raphael Mechoulam), ένας πρωτοπόρος Ισραηλινός νευροχημικός που εργαζόταν στο Εβραϊκό Πανεπιστήμιο της Ιερουσαλήμ, έκανε μια εντελώς απρόσμενη ανακάλυψη: διαπίστωσε έκπληκτος ότι οι νευρώνες του εγκεφάλου μας διαθέτουν ειδικούς υποδοχείς στους οποίους προσδένονται οι ψυχοτρόπες και ιδιαιτέρως δραστικές ουσίες της κάνναβης, όπως η Τετραϋδροκανναβινόλη ή THC.
Το γεγονός ότι οι νευρώνες του εγκεφάλου μας διαθέτουν ειδικούς υποδοχείς για τις δραστικές ουσίες της κάνναβης δεν σημαίνει βέβαια ότι οι άνθρωποι δημιουργήθηκαν από την εξέλιξη ή από τον Θεό για να «πίνουν» χασίσι ή για να «φτιάχνονται» με μαριχουάνα!
Πρέπει ασφαλώς να υπάρχει μια πιο λογική εξήγηση, δηλαδή μια βιολογική αναγκαιότητα, για αυτό το αξιοπερίεργο γεγονός.
Εισδύοντας με την επιστήμη στον εγκεφαλικό μας... τεκέ
Πράγματι, όπως ανακάλυψε ο Μεσούλαμ πολύ αργότερα (το 1992), υπάρχουν εσωτερικές ουσίες που παράγονται διαρκώς από το ίδιο το νευρικό μας σύστημα.
Πρόκειται για τα λεγόμενα «ενδοκανναβινοειδή», όπως είναι το ανανταμίδιο, που δρουν με τον ίδιο τρόπο με τις δραστικές ουσίες της κάνναβης.
Το «ανανταμίδιο» ή, ελληνιστί, «ευδαιμόνιο», θεωρείται ένα ενδογενώς παραγόμενο μόριο που δημιουργεί ευδαιμονία σε διάφορες εγκεφαλικές περιοχές και γι’ αυτό περιγράφεται ως το «αμίδιο της έκστασης».
Οι έρευνες που πυροδότησαν αυτές οι θεμελιώδεις ανακαλύψεις οδήγησαν σταδιακά στην πλήρη επιβεβαίωση του γεγονότος ότι δεν είναι τα ενδοκανναβινοειδή που «αντιγράφουν» τη δράση των εξωγενών κανναβινοειδών ουσιών της μαριχουάνας ή του χασίς, αλλά, αντίθετα, αυτές οι ουσίες έχουν την αξιοπερίεργη ικανότητα να μιμούνται βιοχημικά τη δράση των ενδοκανναβινοειδών μορίων.
Το επόμενο σημαντικό βήμα ήταν η ανακάλυψη της δεύτερης βασικής ενδοκανναβινοειδούς ουσίας που εκκρίνεται από τον εγκέφαλό μας, της 2-Αραχιδονογλυκερόλης (2-AG), από τους Ντανιέλε Πιομέλι (Daniele Piomelli) και Νέφι Στέλα (Nephi Stella), που συνεργάζονταν τότε στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας των ΗΠΑ.
Οι δύο σπουδαίοι νευροχημικοί διαπίστωσαν ότι και τα δύο ενδοκανναβινοειδή (η ανανταμίδη και η 2-AG ) όταν προσδεθούν, δηλαδή όταν εισέλθουν στους πολυάριθμους ειδικούς υποδοχείς που υπάρχουν στη μεμβράνη των νευρώνων, π.χ. στον υποδοχέα CB1, τότε τροποποιούν σημαντικά τη δραστηριότητα αυτών των εγκεφαλικών κυττάρων.
Συνεπώς λειτουργούν ως νευροδιαβιβαστικές ουσίες που μπορούν να ρυθμίζουν τη δραστηριότητα κάποιων νευρωνικών κυκλωμάτων.
Ακόμη πιο εντυπωσιακή όμως ήταν η ανακάλυψη ότι η δράση των ενδοκανναβινοειδών είναι ανάδρομη: αντίθετα με ό,τι συμβαίνει συνήθως, η μεταβίβαση του νευρωνικού μηνύματος δεν γίνεται από τον προσυναπτικό προς τον μετασυναπτικό νευρώνα, αλλά το μήνυμα κινείται προς την αντίθετη κατεύθυνση: από τον μετασυναπτικό προς τον προσυναπτικό νευρώνα!
Το γεγονός ότι η νευρική πληροφορία που μεταφέρεται από αυτούς τους παράξενους νευροδιαβιβαστές παράγεται από τους μετασυναπτικούς νευρώνες, οι οποίοι κανονικά έπρεπε να είναι οι δέκτες και όχι οι πομποί του νευρικού σήματος, επιτρέπει στα ενδοκανναβινοειδή -αλλά και στα κανναβινοειδή τους υποκατάστατα!- να ασκούν την εγκεφαλική ρυθμιστική λειτουργία τους: ως ανάδρομοι αγγελιαφόροι είναι σε θέση να τροποποιούν την έκφραση των νευρώνων και έτσι να ρυθμίζουν τη δραστηριότητα ευρύτερων εγκεφαλικών κυκλωμάτων.
Η αποφασιστική σημασία τέτοιων ανάδρομων ρυθμίσεων για την καλή λειτουργία του εγκεφάλου αποσαφηνίστηκε από μετέπειτα έρευνες.
Οπως εξηγεί ένας από τους πρωταγωνιστές αυτών των ερευνών, ο Γερμανός νευροβιολόγος Αντρέας Τσίμερ (Andreas Zimmer):
“Ο νευρώνας που μόλις δέχτηκε το ανάδρομο σήμα μπορεί να απαντήσει αποστέλλοντας ένα νέο σήμα που λέει: σταμάτα αμέσως τη μετάδοση! ”
Με αυτόν τον τρόπο τα ενδοκανναβινοειδή, υποστηρίζει ο Τσίμερ, «είναι ένα σύστημα ασφαλείας μέσω ανάδρασης (feedback) με ανασταλτική λειτουργία. Ο νευρώνας-δέκτης στέλνει στον νευρώνα-πομπό την πληροφορία: το μήνυμα ελήφθη, πάψε να με βομβαρδίζεις, κατάλαβα!».
Αυτόν ακριβώς τον νευροχημικό ρυθμιστικό μηχανισμό του εγκεφάλου μας εκμεταλλεύονται και τα ενεργά συστατικά που υπάρχουν στο φυτό κάνναβη και χάρη σ’ αυτόν μπορούν να ασκούν τις εξαιρετικά αποτελεσματικές ψυχοδραστικές και ενίοτε ιαματικές λειτουργίες τους.
Ετσι εξηγείται το γιατί, σε πολλές περιπτώσεις, η κατανάλωση μαριχουάνας ή χασίς έχει ιδιαιτέρως ανακουφιστική επίδραση σε τόσο μεγάλη γκάμα ασθενών που υποφέρουν από υπερβολικό πόνο, μυοσπασμούς, ναυτία και εμετούς λόγω χημειοθεραπείας, βουλιμία, αλκοολισμό, αϋπνία, υπέρταση και κρίσεις ημικρανίας, σκλήρυνση κατά πλάκας, γλαύκωμα, τη νόσο Πάρκινσον ή Αλτσχάιμερ.
Είναι πλέον επαρκώς επιβεβαιωμένο ότι σε πολλές επώδυνες ασθένειες τα ενεργά συστατικά της κάνναβης λειτουργούν ως φρένο ασφαλείας: ένα απρόσμενα αποτελεσματικό καταπραϋντικό στο οποίο θα έπρεπε να επιτρέπεται να προσφεύγει -με ασφάλεια και νομίμως- κάθε άνθρωπος όταν βρίσκεται σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης, π.χ. όταν πάσχει από κάποια σοβαρή ασθένεια ή αντιμετωπίζει σοβαρά ψυχολογικά προβλήματα.
Εξάλλου, και ο εγκέφαλός μας, σε καταστάσεις έκτακτης ανάγκης ή υπερφόρτισης, κινητοποιεί τον ίδιο ακριβώς μηχανισμό ασφαλείας: αυξάνει την παραγωγή ενδοκανναβινοειδών ουσιών!
Γιατί λοιπόν να μην αφήσουμε τον εγκέφαλό μας να κάνει τη δουλειά του, χωρίς να τον ποτίζουμε με εξωγενείς και δυνητικά επιβλαβείς ουσίες;
Επειδή σε πολλές περιπτώσεις η ενεργοποίηση αυτού του ενδογενούς μηχανισμού ασφαλείας είναι ανεπαρκής ή και αδύνατη λόγω δυσλειτουργίας του συστήματος, οπότε η προσφυγή σε φυτικά κανναβινοειδή θα έπρεπε να θεωρείται από τον νόμο όχι μόνο θεμιτή αλλά και απολύτως αναγκαία.
Παρά τις εντυπωσιακές ανακαλύψεις των τελευταίων χρόνων, οι απόψεις μεταξύ των ειδικών εξακολουθούν να διίστανται σχετικά με την ελεύθερη ή όχι καλλιέργεια και χρήση της κάνναβης.
Ενώ όμως οι πάντες θεωρούν αδιαπραγμάτευτη την αποποινικοποίηση και απελευθέρωση της ιατρικής-ιαματικής χρήσης της μαριχουάνας, αρκετοί είναι αντίθετοι στο να διατίθεται ελεύθερα, να πωλείται π.χ. νόμιμα σε καφέ ή, γιατί όχι, στα σουπερμάρκετ.
Και τα συνήθη επιχειρήματα που προβάλλουν είναι τέσσερα:
⑴ είναι ένα φυτό που περιέχει πολλές δραστικές ουσίες με άγνωστες επιπτώσεις στην υγεία,
⑵ καταναλώνεται μέσω του βλαβερού καπνίσματος,
⑶ προκαλεί ψυχοσωματική εξάρτηση και
⑷ φαίνεται να έχει αρνητικές επιπτώσεις στη μνήμη και τις νοητικές λειτουργίες των χρηστών.
Απαγορεύεται επειδή βλάπτει ή βλάπτει επειδή απαγορεύεται;
Αν όμως, όπως όλα δείχνουν, οι δραστικές ουσίες της κάνναβης δεν προκαλούν σωματική εξάρτηση ούτε επιβαρύνουν τον οργανισμό εξίσου ή περισσότερο από τα άλλα «νόμιμα ναρκωτικά», όπως το αλκοόλ και ο καπνός, τότε πώς δικαιολογείται η ποινική τους δίωξη και η υποκριτική απαγόρευση της καλλιέργειάς τους;
Πίσω από αυτήν την εξόφθαλμα αντιεπιστημονική και προφανώς σκόπιμη νομική-κοινωνική στρατηγική ποινικοποίησης των προϊόντων της κάνναβης βρίσκουμε συνήθως την ασαφή επιστημονικά απειλή της «εξάρτησης» από τις δήθεν βλαπτικές ουσίες που περιέχει.
Ουσιαστικά το μοντέλο της εξάρτησης ερμηνεύει την ακατανίκητη ανάγκη του ατόμου για τη δόση της ψυχοδραστικής ουσίας ως το αποτέλεσμα μόνιμων αλλοιώσεων του εγκεφάλου, οι οποίες προκαλούνται από την υπερβολική και παρατεταμένη κατανάλωση των εξαρτησιογόνων ουσιών.
Αυτό το κάθε άλλο παρά σαφές «εξηγητικό» σχήμα θεωρεί απλοϊκά την τοξικότητα και την εξάρτηση από την κάνναβη ως ψυχοσωματική πάθηση.
Είτε πρόκειται για τα «σκληρά» ναρκωτικά (όπιο, μορφίνη, ηρωίνη) είτε για τις πιο «ήπιες» ψυχοτροποποιητικές ουσίες (χασίς, κοκαΐνη, αμφεταμίνες), η εξάρτηση, το σύνδρομο στέρησης και ο εθισμός, δηλαδή η ανάγκη σταδιακής αύξησης της δόσης, θεωρούνται τα τρία τυπικά γνωρίσματα της τοξικότητας κάθε ναρκωτικής ουσίας.
Όμως, για να είναι έγκυρο αυτό το επιχείρημα, πρέπει να εκδηλώνονται ταυτόχρονα και τα τρία αυτά γνωρίσματα. Μόνο σε αυτήν την περίπτωση μπορούμε, με σχετική ασφάλεια, να κατατάσσουμε μια φυσική ή συνθετική ουσία στα... «ναρκωτικά».
Την «τοξικότητα» της κάνναβης επανειλημμένως επιχείρησαν να την επιβεβαιώσουν πολυάριθμες ανατομικές, φυσιολογικές, φαρμακολογικές και, πιο πρόσφατα, βιοχημικές και γονιδιακές έρευνες. Ομως όλες αυτές οι προσπάθειες απέβησαν τελικά μάταιες.
Το εύλογο ερώτημα που θα έπρεπε λοιπόν να τίθεται είναι το εξής: η περιορισμένη αλλά σταθερή κατανάλωση μαριχουάνας ή χασίς οδηγεί αναπόδραστα τον χρήστη σε μια κατάσταση ψυχοσωματικής εξάρτησης, όπως συμβαίνει πράγματι με τα οπιούχα ναρκωτικά (όπιο, μορφίνη, ηρωίνη);
Αυτό το αποφασιστικό ερώτημα, όμως, περιπλέκεται ακόμη περισσότερο -και καθίσταται νομικά άλυτο- επειδή δύο τόσο διαφορετικές μεταξύ τους ψυχοτρόπες ουσίες, όπως π.χ. η ηρωίνη και το χασίς, θεωρούνται -συλλήβδην και εντελώς αυθαίρετα!- από τον νόμο «ναρκωτικά».
Και μολονότι δεν έχουν καμία σχέση ούτε ως προς την προέλευση ή τη χημική σύστασή τους ούτε ως προς τα αποτελέσματα που επιφέρουν στον ανθρώπινο οργανισμό, αυτές οι τόσο διαφορετικές ουσίες ποινικοποιούνται εξίσου και η χρήση τους επισύρει βαρύτατες ποινές.
Γεγονός που ενισχύει την υποψία -αν όχι τη βεβαιότητα!- των υποστηρικτών της ιατρικής χρήσης της κάνναβης ότι η νομιμοποίηση της καλλιέργειας και η αποποινικοποίηση της χρήσης αυτού του ιαματικού φυτού παρεμποδίζονται σκοπίμως από τις μεγάλες φαρμακοβιομηχανίες, οι οποίες επιθυμούν να αποκτήσουν, με πατέντες αποκλειστικής διαχείρισης, το δικαίωμα της εμπορικής εκμετάλλευσής του.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου